Πάτμος: Η θάλασσα στα μονοπάτια σου και η ανατολή του ήλιου στα μάτια σου!

'' Εάν αποζητάς οι επιθυμίες σου να υπερβαίνουν τους μικρούς ή μεγάλους φόβους σου, τότε διέκρινε την ομορφιά παντού γύρω σου ακόμη και στα απλά πράγματα. Ζήσε  τη ζωή σου έτσι ώστε να σου συμβαίνουν κάθε μέρα μικρά θαύματα, η όρεξη σου για όνειρα δημιουργικότητα και πολλά ταξίδια ανά τον κόσμο και τον εαυτό να είναι απέραντη, αχανής, σαν την εκπλήρωση των ονείρων σου''. Είναι μια ευχή που δέχτηκα τελευταία από έναν υπέροχο άνθρωπο, μια ευχή που αποφάσισα να την κάνω πράξη και το ταξίδι μου στην Πάτμο υπέγραψε “συμβόλαιο” μαζί της, με κυρίαρχο όρο του τον εξής: δεν υπάρχουν “πρέπει”, υπάρχουν μόνο “θέλω , ποθώ, λαχταρώ και πραγματοποιώ !”.

Υπάρχουν δυο τρόποι για να δεις ένα τόπο. Ο πρώτος, τον οποίο ακολουθούν σχεδόν όλοι, είναι να μπεις στο αυτοκίνητο σου και να πας εκεί που σε πάνε οι δρόμοι που αποφάσισαν και έφτιαξαν οι άλλοι για σένα. Με αυτό τον τρόπο λοιπόν πας θες δε θες εκεί που σου όρισαν, δηλαδή είσαι ένα κατευθυνόμενο ρομποτάκι το οποίο νομίζει ότι επιλέγει τον προορισμό του ελεύθερα, το καημένο!

 

Ο δεύτερος τρόπος απαιτεί ένα ζευγάρι αθλητικά παπούτσια και περίσσια “τρέλα”, η οποία γεμίζει το ρεζερβουάρ σου με ενδορφίνες. Ξέρετε αυτές τις μικρές ομάδες πρωτεϊνών που παράγονται στην υπόφυση και τον υποθάλαμο του εγκεφάλου, απελευθερώνονται δια μέσω του νωτιαίου μυελού και διοχετεύονται στην κυκλοφορία του αίματος. Ένα ισχυρότατο  παυσίπονο (Ψυχής και Σώματος) εκατό φορές πιο ισχυρό από την μορφίνη κατακλύζει την ύπαρξη σου και σε χρήζει εξερευνητή της γης και της θάλασσας.

Τρέχοντας ή περπατώντας στα μονοπάτια της Πάτμου πλήθος μικρών  θαυμάτων εμφανίζονται. Μια παιδική ηρεμία σε κατακυριεύει, ένα αίσθημα ευδαιμονίας παίρνει το “τιμόνι” σου στα χέρια του, η καλή σου διάθεση εξουδετερώνει τα υψηλά επίπεδα αδρεναλίνης που προκαλεί το στρες, το ανοσοποιητικό σύστημα σου “στραγγαλίζει” την εξέλιξη της γήρανσης η οποία αντιστέκεται ορμώμενη από τις διαταγές του σύμπαντος, αλλά χάνει την μάχη και ακολουθεί τον εσαεί νεανία στην περιπέτεια του.

 

Ανεβαίνω το καλντερίμι, τον παλιό δρόμο που ένωνε τη Σκάλα (το  λιμάνι της Πάτμου) με τη χώρα. Eίναι πετρόκτιστο, θαυμαστό έργο των παλιών μαστόρων που καλλιτεχνούσαν αφού εναρμόνιζαν το έργο τους με το φυσικό περιβάλλον.

Συχνά πυκνά στρέφω τα μάτια μου ασυναίσθητα προς τον φυσικό κόλπο που αγκαλιάζει τη Σκάλα και ο νους μου τρέχει σε αλλοτινές εποχές χωρίς ιδιαίτερο κόπο, αφού η εικόνα με τα άσπρα σπιτάκια να αγγίζουν και να φαντάζουν στα γαλαζοπράσινα νερά σαν μαργαριτάρια μοιάζει με πίνακα που ο ζωγράφος ευρισκόμενος σε ύψιστη έμπνευση εναπόθεσε εκεί κάνοντας ερωτεύσιμο το νησί για τον ταξιδευτή με την πρώτη ματιά.

 

Αντικρίζω την χώρα και  έρχομαι σε οπτική επαφή με ένα μεγαλειώδες υψηλής αισθητικής ανθρώπινο έργο στην κορυφή του λόφου, το μοναστήρι, το οποίο θυμίζει απόρθητο φρούριο. Το σχήμα του σε κατακτά και με σεβασμό υποκλίνεσαι στο χαλκοπράσινo στέμμα της Χριστιανοσύνης που στεφανώνει την κόμη του κατάλευκου “σώματος” των απείρου πολεοδομικού κάλλους σπιτιών που την αγκαλιάζουν. Συναισθήματα καθοδηγούμενα από την Θεόσταλτη αύρα του Στέμματος με κατακυριεύουν, αναδύεται ο παιδικός μου εαυτός σαν πηγή αισιοδοξίας που αγαπά άνευ όρων, συμπονά , συγχωρεί και μετατρέπει τις στιγμές σε προσωπικό ταξίδι!

 

Τρέχω στα σοκάκια της χώρας και νιώθω σαν αναγεννημένο κύτταρο που περιδιαβαίνει στο κυκλοφορικό σύστημα ενός υγιές σώματος. Μια πόρτα γαλάζιου χρώματος ανοιχτή, κοιτώ αχόρταγα μέσα και σε βλέπω, είσαι μέσα σε ένα μικρό κήπο. Το χρώμα του κορμιού σου σαν της θάλασσας την αυγή, μελαχρινό, τα μακριά καστανά μαλλιά σου σκεπάζουν σαν χιτώνας την πλάτη σου. Αποσβολωμένος, κεραυνοβόλα ερωτευμένος, σου απαγγέλλω:  “Ήρθες από τον κήπο σου, ένα πολύχρωμο αεράτο φόρεμα είχε γίνει το καλαθάκι με τα καλούδια σου, αποκαλύπτοντας τους γυμνούς μηρούς σου, που γοργά, νοερά με ταξίδεψαν στα φιλήδονα μονοπάτια της χάρης του κορμιού σου”.

 

Ένα καλογραμμένο μονοπάτι με καλοδέχεται βγαίνοντας από την Χώρα, στο δεξί μου χέρι το μοναστήρι του Ευαγγελισμού, ακουμπισμένο σε μια πλαγιά αγναντεύει το Αιγαίο. Βλέπω σε ένα ξυλομπάλκονο μια μορφή μαυροφορεμένη, είναι μια καλόγρια. Στέκομαι και την παρατηρώ, ακίνητη σαν εικόνισμα κοιτά προς τους κήπους του Οσίου, μια μικρή πολύχρωμη κατάφωτη σαν ουράνιο τόξο πεδιάδα που όμοια της δεν έχουν ξαναδεί τα μάτια μου, η οποία ξεκινά λίγο ποιο κάτω από το μοναστήρι και σχεδόν αγγίζει τη θάλασσα.

 

Τα μάτια μου “περνούν” μέσα από τα μάτια της καλόγριας και βλέπω την πεδιάδα σαν ένα ζωντανό μπουκέτο από αγριολούλουδα βοηθούμενο από τον άνεμο να περιδιαβαίνει παίζοντας χαρούμενα πότε ανεβαίνοντας προς τις πλαγιές , πότε κατεβαίνοντας προς την θάλασσα . Ανέκαθεν ήμουν αντίθετος με τη μοναχικότητα, αναρωτιόμουν που βρίσκουν τη δύναμη, τι είδους άνθρωποι είναι αυτοί που αφιερώνουν τη ζωή τους στο Θεό. Στους κήπους του Οσίου πήρα την έμπρακτη απάντηση μου, αυτοί οι άνθρωποι ζουν με παρέα τους το Θεό!

 

Μεγάλο Σάββατο και ξεκινάμε με τον Πούφη (ο σκύλος μου, φίλος και συναθλητής μου) και τον Ιωάννη (ο γιος μου) να εξερευνήσουμε το νότιο κομμάτι του Νησιού. Ο Ιωάννης είναι γηγενής αθλητικός όμως έχει μικρή εμπειρία στο βουνοτρέξιμο, στο μονοπατοστοχασμό και το ποιο δύσκολο είναι ότι η επιθυμία του να το “πάμε” μαζί τον κάνει να ξεχνάει ότι φοράει παπούτσια για βόλτες και όχι άγρια κατσικομονοπάτια.

 

Δίνω στον Ιωάννη τα μπατόν  μου γιατί παρόλο που λέγεται ότι για τα πρώτα νιάτα δεν υπάρχει τίποτα ακατόρθωτο, τα έχει απόλυτη ανάγκη. Στη διαδρομή μας μικροί κολπίσκοι στολίζουν την ακτογραμμή, κυριολεκτικά παρθένες ατομικές παραλίες αφού “αυτοκινήτου χάρη” ,δεν τους άγγιξε ποτέ.

 

Άναυδοι και άφωνοι από την θέα της ποιο όμορφης παραλίας της Γης, την Ψιλή Άμμο την πλησιάζουμε κατεβαίνοντας την πλαγιά και ευλογούμε την μητέρα φύση που με τον τρόπο που μόνο αυτή ξέρει απέτρεψε την εισβολή των μηχανοκίνητων εισβολέων!

 

Αλμυρίκια στα αριστερά μας, χρυσή άμμος στα πόδια μας , θάλασσα … πηγή έμπνευσης έρωτα και ηδονής δεξιά μας, σχηματίζουν τον στίβο που τρέχουμε και μας οδηγεί σε μια ανηφορική χαράδρα όπου μια συντροφιά από αγριοκάτσικα μας προκαλεί να την ανεβούμε. Δεχόμαστε την πρόκληση και γινόμαστε ιθαγενείς διαφορετικού σωματότυπου αλλά ίδιας νοοτροπίας.

 

Γυρνώ και βλέπω τον Ιωάννη να ανεβαίνει το χωρίς ίχνος μονοπάτι κατάκοπος, κάθιδρος, έχοντας κάνει τα μπατόν προέκταση των χεριών του με ένα και μόνο σκοπό, να μην εγκαταλείψει τον αγώνα του. Τον καθοδηγεί το άρμα του ήλιου που σαν ημίθεος επιβαίνει, αυτό το άρμα που τόσες φορές έχει συνεπάρει κι εμένα όταν διαλυμένος είμαι έτοιμος να εγκαταλείψω τον δικό μου “αγώνα” αφού έχω ξεπεράσει προ πολλού τα όρια μου .

 

Εδώ στην εκλεπτυσμένη, ανείπωτη ομορφιά της Πάτμου, είδα, απέκτησα δια μέσω του παιδιού μου, την συνέχεια μου, την μικρή μου Αθανασία!

 

 

Δημήτρης Ραυτόπουλος

Δημήτρης Ραυτόπουλος

Γεννήθηκα στον Πειραιά από νησιώτες γονείς. Η πρώτη μου ουσιαστική επαφή με τα βουνά ήταν κατά τη διάρκεια της θητείας μου στο στρατό ως αλεξιπτωτιστής. 

Ένα από τα μεγάλα όνειρα - όραματα μου είναι να τρέξω σ´ όλα τα βουνά της Ελλάδας κ όχι μόνο. Πιστεύω ότι κάθε μέτρο που διανύει κανείς στο βουνό πρέπει να μετατρέπεται σε μεταδιδόμενη σοφία.

Οταν τρέχω στη φύση είμαι ένας άνθρωπος χωρίς ηλικία ή μάλλον ένας ιδρωμένος εικοσάρης που καταγράφει σαν Η/Υ κάθε εικόνα της, στιγμή της, ευωδία της κ  που έχει σαν στόχο - σκοπό να μεταδώσει αυτή τον οργασμό μεταξύ της φύσης κ της  ζωής, σε όποιον δέκτη - άνθρωπο είναι ανοικτός.